16 Μαΐου 2013

Φως στη στυτική δυσλειτουργία

Η στυτική δυσλειτουργία είναι μια από τις συχνότερες διαταραχές του ανδρικού πληθυσμού. ΔΕΝ είναι πάθηση, αλλά σύμπτωμα που εμφανίζεται στα πλαίσια κάποιας άλλης κατάστασης. Η διαταραχή στύσης ήταν παλαιότερα γνωστή ως «σεξουαλική ανικανότητα», πράγμα που δεν ισχύει πλέον.


Ανήκει στις διαταραχές της σεξουαλικής διέγερσης και χαρακτηρίζεται από την αδυναμία απόκτησης ικανοποιητικής στύσης έως την ολοκλήρωση της σεξουαλικής δραστηριότητας.

Μπορεί να είναι πρωτογενής, δηλαδή ο άνδρας να μην είχε ποτέ επαρκή στύση, ή να είναι δευτερογενής, δηλαδή ο άνδρας να είχε για κάποιο χρονικό διάστημα επαρκή στύση, όμως από ένα χρονικό σημείο και μετά παρουσίασε τη διαταραχή.

Επιδημιολογικά στοιχεία
Το 52% των ανδρών μεταξύ 40-70 ετών εμφανίζουν κάποια μορφή στυτικής δυσλειτουργίας. Η συχνότητα της διαταραχής αυξάνει με την ηλικία, λόγω της αύξησης της συχνότητας διαφόρων άλλων παθήσεων με την πάροδο της ηλικίας (παθήσεις των αγγείων, σακχαρώδης διαβήτης, κλπ), κάπνισμα, λήψη φαρμάκων, κλπ.
Σήμερα, με τη χρήση νεότερων διαγνωστικών μεθόδων μπορεί να διαγνωστεί οργανική βλάβη στο 50-80% των ασθενών με διαταραχές στύσης. Στις νεαρότερες ηλικίες έχει βρεθεί ότι περίπου το 30% των ασθενών εμφανίζει οργανικές βλάβες, ενώ ψυχογενείς παράγοντες υπάρχουν στο 70%. Σε ηλικίες 35-50 ετών υπάρχουν οργανικά αίτια στο 57%, ενώ ψυχογενή στο 43%. Σε μεγαλύτερες ηλικίες (>50 ετών), οργανικά αίτια υπάρχουν στο 85% και ψυχογενή στο 15%.

Πού οφείλεται - Αίτια - Παράγοντες που την πυροδοτούν
Όπως αναφέρετε πιο πάνω, η διαταραχή στύσης σε νέους και μέσης ηλικίας άνδρες είναι συνήθως ψυχογενής, ενώ στους ηλικιωμένους είναι συνήθως οργανικής αιτιολογίας.
Ψυχογενή αίτια: Τα ψυχογενή αίτια ταξινομούνται σε 5 υποκατηγορίες με σκοπό τη βελτίωση της διάγνωσης και της αντιμετώπισης:
Τύπος 1 : άγχος, φόβος αποτυχίας
Τύπος 2 : κατάθλιψη (φαρμακευτικής ή οργανικής αιτιολογίας)
Τύπος 3 : συζυγικές προστριβές (τσακωμοί, κλπ), ένταση στις διαπροσωπικές σχέσεις
Τύπος 4 : άγνοια και κακή πληροφόρηση (σχετικά με τη σεξουαλική πράξη, την ανατομία της περιοχής, κλπ) και θρησκευτικοί λόγοι
Τύπος 5 : μανιακή/καταναγκαστική προσωπικότητα (σεξουαλική ψυχρότητα, διαστροφή, ψυχωτικές διαταραχές)
Πρέπει αν σημειωθεί ότι όλα τα ψυχιατρικά νοσήματα (σχιζοφρένεια, κλπ) συνοδεύονται από μείωση της σεξουαλικής επιθυμίας και στυτική δυσλειτουργία, ανεξάρτητα από τη λήψη φαρμακευτικής αγωγής.
  • Νευρογενή αίτια: Σχεδόν κάθε νόσημα του κεντρικού νευρικού συστήματος (όπως νόσος Parkinson, εγκεφαλικά επεισόδια, κακώσεις/τραυματισμοί σπονδυλικής στήλης, κήλες μεσοσπονδυλίων δίσκων, κλπ) ή του περιφερικού νευρικού συστήματος (κυρίως χειρουργικές επεμβάσεις, όπως επεμβάσεις αφαίρεσης προστάτη ή εντέρου ή επεμβάσεις στην ουρήθρα ή το πέος) μπορεί να αποτελέσει αίτιο στυτικής δυσλειτουργίας. Η ανατομική εντόπιση και η έκταση της βλάβης καθορίζουν το μέγεθος και το είδος της σεξουαλικής δυσλειτουργίας.
  • Αρτηριακά αίτια: Η μετατραυματική αρτηριακή απόφραξη (απόφραξη αρτηριών μετά από τραυματισμό) αποτελεί το μόνο αρτηριακό αίτιο που έχει ένδειξη χειρουργικής αντιμετώπισης. Έχει αποδειχθεί η σχέση της αρτηριοσκλήρυνσης και της στυτικής δυσλειτουργίας. Μελέτες δείχνουν ότι η στυτική δυσλειτουργία έχει σχέση και με διάφορες συστηματικές παθήσεις του καρδιαγγειακού συστήματος, αλλά και με γνωστούς προδιαθεσικούς παράγοντες, όπως κάπνισμα, υπέρταση, υψηλή χοληστερίνη και σακχαρώδης διαβήτης.
  • Φλεβικά αίτια: Αποτελεί ένα από τα συχνότερα αίτια και μπορεί να οφείλεται στην παρουσία συγγενών φλεβικών διαταραχών του πέους (η διαταραχή εμφανίζεται στην εφηβεία και είναι σπάνια), σε εκφυλιστικές παθήσεις (νόσος Le Peyronie, ηλικιωμένοι, διαβητικοί) ή τραυματισμούς του ινώδους χιτώνα του πέους, σε δομικές μεταβολές του στυτικού ιστού (λόγω γήρανσης, καπνίσματος, διαβήτη, κλπ), σε ανεπαρκή χάλαση των μυϊκών ινών (αγχώδεις διαταραχές, κλπ) και άλλα.
  • Ενδοκρινικά αίτια: Αυτά μπορούν να είναι ο σακχαρώδης διαβήτης (το συχνότερο ενδοκρινικό αίτιο στυτικής δυσλειτουργίας), ο υπογοναδισμός, η υπερπρολακτιναιμία και οι παθήσεις του θυρεοειδούς αδένα (υπερ- ή υπο-θυρεοειδισμός).
  • Φαρμακευτικά αίτια και τοξικές ουσίες: Φάρμακα που μπορούν να προκαλέσουν στυτική δυσλειτουργία είναι ορισμένα αντιυπερτασικά, διουρητικά, αντιεπιληπτικά, αντικαταθλιπτικά, ηρεμιστικά και διάφορα άλλα φάρμακα. Το κάπνισμα προκαλεί στυτική δυσλειτουργία, λόγω αθηροσκλήρυνσης των αγγείων του πέους. Αν και μικρές δόσεις αλκοόλ βοηθούν στην αύξηση της σεξουαλικής επιθυμίας, ο αλκοολισμός προκαλεί σεξουαλική δυσλειτουργία, λόγω της δράσης στο κεντρικό νευρικό σύστημα, της ηπατικής δυσλειτουργίας και της περιφερικής νευροπάθειας που προκαλεί. Τα ναρκωτικά (κάνναβη, ηρωίνη, κλπ), επίσης, παρεμβαίνουν αρνητικά στο μηχανισμό στύσης.


Πώς εκδηλώνεται - Συμπτώματα
Κύριο χαρακτηριστικό της στυτικής δυσλειτουργίας είναι η αδυναμία απόκτησης ικανοποιητικής στύσης έως την ολοκλήρωση της σεξουαλικής δραστηριότητας.
Σημαντική είναι η διαπίστωση αν πρόκειται για διαταραχή της ίδιας της στύσης, της εκσπερμάτισης, της ερωτικής επιθυμίας, του οργασμού ή ο συνδυασμός αυτών. Σημαντικός είναι ο χρόνος έναρξης του προβλήματος.
Βασικά στοιχεία που πρέπει να παρατηρήσει ένας άνδρας που υποψιάζεται ότι «κάτι δεν πάει καλά» είναι η παρουσία ή απουσία φυσιολογικών πρωινών ή/και νυκτερινών στύσεων, η ξαφνική έναρξη του προβλήματος και η συσχέτισή του με κάποιο γεγονός της προσωπικής του ζωής, καθώς και η παρουσία φυσιολογικών στύσεων μετά από σεξουαλικό ερεθισμό ή άλλη ερωτική σύντροφο.
Η βαρύτητα της στυτικής δυσλειτουργίας καθορίζεται σύμφωνα με την ποιότητα της στύσης, με βάση κυρίως τη σκληρότητα και την ικανότητα διατήρησής της μέχρι την ολοκλήρωση της σεξουαλικής επαφής.
Η ορθή εκτίμηση και αντιμετώπιση της κατάστασης απαιτεί τη συμβουλή του οικογενειακού γενικού ιατρού ή παθολόγου και κατόπιν σύμφωνα με τις οδηγίες τους, ενός ειδικού ανδρολόγου/ουρολόγου.
  
Διάγνωση της νόσου – Εξετάσεις
Η διάγνωση της στυτικής δυσλειτουργίας γίνεται αρχικά από τον ίδιο τον ασθενή. Ο ιατρός αναλαμβάνει την αναγνώριση του υπεύθυνου αιτίου, εάν αυτό είναι δυνατό, με σκοπό την αντιμετώπισή της. Η αρχική εκτίμηση στηρίζεται σε ένα καλό, λεπτομερές ιατρικό και σεξουαλικό ιστορικό, τη φυσική εξέταση και τις βασικές εργαστηριακές εξετάσεις.
Ο βασικός εργαστηριακός έλεγχος περιλαμβάνει τις αιματολογικές εξετάσεις ρουτίνας (γενική αίματος και βιοχημικό έλεγχο) και ορμονικό έλεγχο (μέτρηση τεστοστερόνης και προλακτίνης συνήθως).
Ακολούθως, αν απαιτούνται και συστηθούν από τον ιατρό, γίνονται οι ειδικές διαγνωστικές δοκιμασίες, κάποιες από οποίες είναι: α) η καταγραφή νυκτερινής στυτικής δραστηριότητας, η οποία γίνεται με τη χρήση ειδικής συσκευής (γίνεται μόνο σε ειδικά κέντρα) που μετρά την αύξηση της διαμέτρου, τη σκληρότητα στη βάση και την κορυφή του πέους και τη συχνότητα των στύσεων, β) η διάγνωση των νευρολογικών διαταραχών, με μετρήσεις του χρόνου των αντανακλαστικών και των δυναμικών της περιοχής, δ) η έγχρωμη Doppler υπερηχοτομογραφία του πέους, η οποία είναι απλή και η ευρύτερα διαδεδομένη μέθοδος εκτίμησης της αιμοδυναμικής του πέους και ε) η σηραγγομετρία/σηραγγογραφία, που αποτελεί τη μέθοδο εκλογής στη διάγνωση διαταραχών του μηχανισμού φλεβικής απόφραξης, αλλά είναι επεμβατική (ενέσεις αγγειοδραστικών ουσιών στο πέος).
  
Μέθοδοι αντιμετώπισης
Η στυτική δυσλειτουργία είναι μια διαταραχή που αντιμετωπίζεται. Πολλές μέθοδοι αντιμετώπισης είναι διαθέσιμες και περιλαμβάνουν τη φαρμακευτική, τη χειρουργική και την ψυχολογική υποστήριξη. Πάντα πρώτιστα πρέπει να αποφεύγονται οι παράγοντες κινδύνου, όπως το κάπνισμα, η κατανάλωση αλκοόλ, αλλά και να αντιμετωπίζονται συστηματικά νοσήματα, όπως ο σακχαρώδης διαβήτης, η υπέρταση, η υψηλή χοληστερόλη, οι παθήσεις του θυρεοειδούς κλπ.
Η ψυχολογική υποστήριξη (κυρίως η συμβουλευτική ψυχοθεραπεία) του ατόμου βοηθά σημαντικά στις περιπτώσεις που το αίτιο είναι ψυχογενές. Στην περίπτωση που το αίτιο είναι ενδοκρινικό (δείτε αίτια), απαιτείται θεραπεία της αντίστοιχης πάθησης σε συνεργασία με ενδοκρινολόγο.
Στις περιπτώσεις που υπάρχει οργανικό αίτιο, υπάρχει η συντηρητική [συστήματα δημιουργίας αρνητικής πίεσης (αντλίες κενού που διατείνουν το πέος), ενδοσηραγγώδης ή ενδοουρηθρική (στην ουρήθρα) ή τοπική χορήγηση αγγειοδραστικών ουσιών, συστηματική (από το στόμα ή με τη μορφή ένεσης) χορήγηση φαρμάκων, κλπ] και η μηχανική ή χειρουργική θεραπεία (αφορά είτε επεμβάσεις στα αγγεία ή εμφύτευση πεϊκών προθέσεων, κλπ), ανάλογα με την περίπτωση και πάντα σύμφωνα με τις οδηγίες του ειδικού.

πηγή: www.iatropedia.gr

Αν αντιμετωπίζετε στυτική δυσλειτουργία, τα παρακάτω συμπληρώματα διατροφής ενδείκνυνται: